Ιστορική Αναδρομή και Ρόλος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας
Ο «Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας», ιδρύθηκε το έτος 1921 και αποτελεί τον φορέα εκπροσώπησης του κλάδου των επιβατηγών πλοίων στην Ελλάδα.
Ο ΣΕΕΝ είναι θεσμικός συνομιλητής του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και της Ελληνικής Κυβέρνησης για τη διαμόρφωση του ακτοπλοϊκού δικτύου και γενικότερα για όλα τα ζητήματα της επιβατηγού ναυτιλίας και νησιωτικής πολιτικής. Ως κοινωνικός εταίρος διαπραγματεύεται και υπογράφει τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας πληρωμάτων και υπαλλήλων για τα πλοία ακτοπλοΐας, διεθνών γραμμών και κρουαζιέρας, ενώ είναι μέλος και του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).
Σκοπός του Συνδέσμου
Σκοπός του ΣΕΕΝ είναι η προάσπιση, προαγωγή και προβολή της σημασίας και συμβολής της επιβατηγού ναυτιλίας στην ελληνική οικονομία, στην προώθηση του τουριστικού προϊόντος της Χώρας και στην ανάπτυξη των νησιωτικών περιοχών, καθώς και η ανάληψη πρωτοβουλιών και ενεργειών για τη βελτιστοποίηση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας της επιβατηγού ναυτιλίας στην Ελλάδα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και παγκοσμίως.
Αποστολή του είναι να συμβάλει στον περαιτέρω εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη της σύγχρονης ελληνικής επιβατηγού ναυτιλίας, που δημιουργεί ένα ανταγωνιστικό εθνικό κεφάλαιο στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο οικονομικό ανταγωνισμό.
Ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας το 2021 συμπλήρωσε 100 χρόνια λειτουργίας . Ιδρύθηκε ως «Πανελλήνιος Ακτοπλοϊκή Ένωσις» κατά την πρώτη Γενική Συνέλευση των μελών της στις 30 Απριλίου 1921 , προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα τα προβλήματα της ελληνικής ακτοπλοΐας, σε μια εποχή κατά την οποία η Ελλάδα βρισκόταν επί σχεδόν εννέα ολόκληρα χρόνια σε εμπόλεμη κατάσταση σε διάφορα μέτωπα και η συμβολή της επιβατηγού ναυτιλίας υπήρξε ιστορική.
Με την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, τον Αύγουστο του 1920, είχε δημιουργηθεί ένα ελληνικό κράτος με τεράστιο ανάπτυγμα ακτών και τα επιβατηγά πλοία αποτελούσαν τα απαραίτητα αλλά και τα μοναδικά εργαλεία γεφύρωσης, που είχε ως αποτέλεσμα την προσθήκη ενός σημαντικού αριθμού πλοίων στον επιβατηγό στόλο. Για τον λόγο αυτό οι πλοιοκτήτες της ακτοπλοΐας αποφάσισαν στις αρχές του 1921 τη δημιουργία μίας Ένωσης προς τον σκοπό της καλύτερης εξυπηρέτησης των συμφερόντων τους.
Το Πρώτο Καταστατικό και Διοικητικό Συμβούλιο
Το πρώτο Καταστατικό που είχε συνταχθεί από τις 15 Μαρτίου 1921, εγκρίθηκε από το Πρωτοδικείο Πειραιά στις 19 Μαΐου του ίδιου έτους και σύμφωνα με αυτό δικαίωμα να είναι κανείς μέλος είχε «Πας Έλλην ή εταιρεία οιαδήποτε, ιδιοκτήτης επιβατηγού ακτοπλοϊκού πλοίου χωρητικότητας ολικής άνω των πενήντα κόρων διαχειριζόμενος είτε μη τούτο δύναται να αποτελέσει μέλος και σκοπός της Ένωσης ήταν η δια κοινής συνεργασίας μελέτη και εφαρμογή των μέσων προς προστασίαν και προαγωγήν της δρομολογιακής εν γένει συγκοινωνίας επί ευρύτερων βάσεων αναλόγως των τότε συνθηκών προς κοινόν όφελος».
Το πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο που εκλέχθηκε κατά τη Γενική Συνέλευση της 30ής Απριλίου 1921, συγκρότησαν οι: Λεωνίδας Εμπειρίκος (Πρόεδρος), Γεώργιος Θεοδωρακάκος (Αντιπρόεδρος), Ηλίας Βλασσόπουλος (Γεν. Γραμματέας), Δημήτριος Μερίντζος (Ταμίας) και μέλη οι Ελευθέριος Βελλιώτης, Αντώνιος Γιαννουλάτος, Παύλος Δημουλάκης, Νικόλαος Πανταλέων, Δημήτριος Παντελής.
Ιδρυτικά Μέλη
Ελληνική Εταιρεία Θαλασσίων Επιχειρήσεων (12 πλοία), Εθνική Ατμοπλοΐα της Ελλάδος (11 πλοία), Ατμοπλοΐα Αδελφών Γιαννουλάτου (9 πλοία), Ατμοπλοΐα Πανταλέων (6 πλοία), Ατμοπλοΐα Αδελφών Χατζηκωνσταντή (3 πλοία), Ατμοπλοΐα Ελ. Βελιώτη (3 πλοία), Ατμοπλοΐα Π. Δαμουλάκη (2 πλοία), Ατμοπλοΐα Αδελφών Παντελή (2 πλοία), Ατμοπλοΐα Κ. Τόγια (2 πλοία), Ηπειρωτική Ατμοπλοΐα (2 πλοία), Επτανησιακή Ατμοπλοΐα (2 πλοία), Νησιωτική Ατμοπλοΐα (2 πλοία), καθώς και οι “μονοβάπορες” Ατμοπλοΐα Γ. Κατράκη, Ατμοπλοΐα Γ.Γ. Αγγελάτου, Ατμοπλοΐα Φ. Καβουνίδου, Ατμοπλοΐα Αδελφών Ζησίμου, Ατμοπλοΐα Φωκίδος, Ατμοπλοΐα Αργολική Ε. Λεούση & Σία, Ατμοπλοΐα Αν. Μαυροκορδάτου, Κυμαϊκή Ατμοπλοΐα, Πειραϊκή Ατμοπλοΐα Κοτσοβίλη & Σία, Ατμοπλοΐα Παπαγιαννάκη & Σία, Κορινθιακή Ατμοπλοΐα, Πανευβοϊκή Ατμοπλοΐα, Ατμοπλοΐα Γ. Εμπειρίκου, Ατμοπλοΐα Αθανασούλα, Ατμοπλοΐα Πόρτολου – Μαρκέτου, Ατμοπλοΐα Ιθάκης, Ατμοπλοΐα Ν.Μ. Αθανασούλη.
Στις 29 Ιουνίου 1921, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, προστέθηκαν 10 ακόμη ατμοπλοϊκές εταιρείες ως μέλη της Ένωσης, οι Πειραϊκή Ατμοπλοΐα Γ. Δομεστίνη (3 πλοία), Ατμοπλοΐα Μεσογείου – Ευξείνου (2 πλοία) και με 1 πλοίο οι Ατμοπλοΐα Ν. Κυριακίδου, Ατμοπλοΐα Πολυμέρη – Ρίγγα, Ατμοπλοΐα Σάμου Υιών Δ. Ιγγλέση, Ατμοπλοΐα Ηλία Κ. Χατζηκωνσταντή & Σία, Ελληνική Εταιρεία “Πατρίς”, Ατμοπλοΐα Υιών Λεούση, Ατμοπλοΐα Καπετανάκη & Παπαγιαννάκη, Ατμοπλοΐα Κων. Γκιάφη & Σία.
Τα επόμενα χρόνια (1921-1924) είχαν προστεθεί στα μέλη της Ένωσης 15 ακόμη εταιρείες, οι Απ. Ρίγγα, Μ. Διακάκη, Κυκλαδική, Κεφαλληνιακή, Δωδεκανησιακή, Ιωνίας, Σαρωνικός, Ν.Ευσταθιάδου, Αναστασιάδου, Γεωργίου Γεωργίου, Στ. Έλληνα, Όσκαρ Δάριγκ, Αδελφών Μπιτούνη, Ευβοϊκή Δημ. Σερέτη και Ν.Α. Μαρίνου.
Τα εγγεγραμμένα πλοία στην Ένωση είχαν πλέον ξεπεράσει τα 100, ενώ με τη διάλυση της Διεύθυνσης Θαλασσίων Μεταφορών το 1922 (είχε συσταθεί από το ελληνικό κράτος για την αντιμετώπιση των αναγκών κατά τη διάρκεια των πολέμων), τα πλοία περιήλθαν στους φυσικούς τους πλοιοκτήτες, ο συνολικός αριθμός των οποίων ανήλθε σε 122.
Εξελίξεις και Προκλήσεις
Τα Πρώτα Δύσκολα Χρόνια
Την εποχή εκείνη η Ένωση βρέθηκε κάτω από αντίξοες περιστάσεις, καθώς η Μικρασιατική Καταστροφή και η κατάλυση της Συνθήκης των Σεβρών προκάλεσαν την κατάρρευση της Ελλάδας “των πέντε θαλασσών και δύο ηπείρων” και ο τελικός καθορισμός των ελληνοτουρκικών συνόρων είχε ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των ελληνικών ακτών. Η συνεισφορά του επιβατηγού στόλου υπήρξε καθοριστική τον Αύγουστο του 1922, όταν τα πλοία προσέγγισαν στα παράλια της Μικράς Ασίας διευκολύνοντας το σωστικό έργο στα υπό εγκατάλειψη εδάφη.
Μοιραία η δραστηριότητα της ελληνικής ακτοπλοΐας περιορίστηκε στον στενό πλέον ελλαδικό χώρο (Αιγαίο, Ιόνιο και Κρητικό Πέλαγος), συρρικνώνοντας δραματικά τη διακίνηση επιβατών και εμπορευμάτων, καθώς παραδοσιακές γραμμές όπως της Αλεξάνδρειας, της Κωνσταντινούπολης, της Μαύρης Θάλασσας αλλά και της Αδριατικής έπαψαν να εξυπηρετούνται από τα ελληνικά επιβατηγά πλοία.
Την κρίσιμη κατάσταση που είχε περιέλθει η ακτοπλοΐα επιχείρησε να λύσει το Κράτος με διάταγμα για την εφαρμογή από την 1η Μαΐου 1927 ενιαίου Κρατικού Ναυλολογίου Επιβατών και Εμπορευμάτων, ενώ στο ίδιο διάταγμα καθορίζονταν οι φόροι και τα διάφορα τέλη και δικαιώματα επί των ναύλων.
Έναν χρόνο αργότερα αποφασίστηκε από τον τότε Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο η σύσταση Επιτροπής ώστε να μελετηθούν στο σύνολό τους τα προβλήματα της ελληνικής ναυτιλίας, που είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση, στις 22 Μαΐου 1929, της ανώνυμης Εταιρείας “Ακτοπλοΐα της Ελλάδος (ΑΚΤΕΛ)”, στην οποία ενσωματώθηκε η πλειοψηφία των ατμοπλοϊκών εταιρειών.
Συμβολή στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο
Με την κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιο θαλασσίων μεταφορών και ως τις 31 Οκτωβρίου 1940 είχε ολοκληρωθεί η επίταξη 47 συνολικά επιβατηγών πλοίων, 3 εκ των οποίων μετασκευάστηκαν σε νοσοκομειακά. Τον Νοέμβριο του 1940 με την εξέλιξη των πολεμικών γεγονότων οι ανάγκες αυξάνονταν και τη λύση έδωσαν ξανά τα πλοία, όταν τα 4/5 του συνόλου των εφοδίων για την υποστήριξη του Στρατού στο αλβανικό μέτωπο μεταφέρθηκαν από τη θάλασσα. Παράλληλα, για να καλυφθούν οι αναγκαίες μετακινήσεις και ο επισιτισμός του πληθυσμού διατέθηκαν 12 πλοία της ακτοπλοΐας.
Μεταξύ 6ης Απριλίου και 31ης Μαΐου 1941, κατά τη διάρκεια της γερμανικής εισβολής στην Ελλάδα, ο ακτοπλοϊκός στόλος καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς κι ενώ προηγουμένως είχε προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, χωρίς απώλειες.
Από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς βυθίστηκαν στο λιμάνι του Πειραιά 9 πλοία, στην Κρήτη 17, σε διάφορες ελληνικές ακτές 88, ενώ 13 κατελήφθησαν από τους εισβολείς, τα οποία βυθίστηκαν κι αυτά αργότερα. Στη διάρκεια του πολέμου η ελληνική επιβατηγός ναυτιλία έχασε το 96% του στόλου της, καθώς τα πλοία που διασώθηκαν το διάστημα αυτό ήταν μόλις 5.
Τα Γραφεία της Ένωσης στεγάζονταν από την ίδρυσή της στο Μέγαρο Γιαννουλάτου στον Πειραιά, όμως μετά την κατάρρευση του αλβανικού μετώπου και την είσοδο των Γερμανών στην Ελλάδα, στις 6 Ιουνίου 1941, το κτίριο επιτάχθηκε από τα γερμανικά στρατεύματα και ο τότε Πρόεδρος Παναγής Γιαννουλάτος προχώρησε εσπευσμένα στην εκκένωσή του, μεταφέροντας προσωρινά τα αρχεία του σωματείου στο Ναυτικό Επιμελητήριο της Ελλάδος, αν και μετά τη βύθιση σχεδόν όλου του ακτοπλοϊκού στόλου και κατά το διάστημα της κατοχής, η ύπαρξη της Ένωσης ήταν άνευ αντικειμένου.
Μεταπολεμική Επανεκκίνηση
Η Ένωση ενεργοποιήθηκε ξανά μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας και η πρώτη μεταπολεμική Γενική Συνέλευση πραγματοποιήθηκε στις 9 Νοεμβρίου 1945 . Το ελληνικό κράτος δεν είχε φροντίσει την ασφάλιση των επιταγμένων επιβατηγών πλοίων σε μεγάλους ασφαλιστικούς οργανισμούς του εξωτερικού, ωστόσο ένας μόλις χρόνος υπήρξε αρκετός ώστε το 1946 να αποκατασταθεί με ιδιωτική πρωτοβουλία το δίκτυο εσωτερικών θαλάσσιων συγκοινωνιών, στην αρχή με μικρότερα επιβατηγά πλοία και αργότερα με μεγαλύτερα.
Ένωση Εφοπλιστών Επιβατηγών Πλοίων
Με τη μεταστροφή πολλών ακτοπλοϊκών σκαφών από πλοία τακτικών ακτοπλοϊκών γραμμών σε κρουαζιερόπλοια, παρατηρήθηκε μια διαφοροποίηση των εφοπλιστικών συμφερόντων και αιτημάτων, με αποτέλεσμα το καταστατικό της Ένωσης, που ίσχυε από το 1930 με επουσιώδεις τροποποιήσεις, να μην εξυπηρετεί πλέον και να χρήζει εκσυγχρονισμού.
Το 1969 με τροποποίηση του Καταστατικού η επωνυμία της Ένωσης έγινε «Ένωσις Εφοπλιστών Επιβατηγών Πλοίων». Είχε προηγηθεί η σχετική απόφαση στη Γενική Συνέλευση της 27ης Δεκεμβρίου 1968, με το σκεπτικό ότι η νέα επωνυμία «αφ’ ενός μεν είναι πλέον αντιπροσωπευτική του αντικειμένου της Ενώσεως, αφ’ ετέρου δε επιτρέπει τη δυνατότητα συμμετοχής πλοιοκτητών ασχολουμένων με την εκμετάλλευσιν παντός τύπου και κατηγορίας επιβατηγών πλοίων εις τρόπον ώστε να καταστεί δυνατή η συμμετοχή, σε μίαν ευρύτεραν της παρούσης Ένωσιν, πάντων των με το επιβατηγόν πλοίον ασχολουμένων».
Τη δεκαετία του 1970 η ελληνική επιβατηγός ναυτιλία είχε διαμορφωθεί ως εξής: Υπερωκεάνιος Ναυτιλία, Τουριστική Ναυτιλία, Επιβατηγά – Οχηματαγωγά Διεθνών Πλόων, Επιβατηγά – Οχηματαγωγά Εσωτερικών Γραμμών και Πορθμεία.
Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας
Το 2004 με νέα τροποποίηση του Καταστατικού μετονομάστηκε σε «Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας», όπως ισχύει μέχρι σήμερα. Είχε εγκριθεί ομόφωνα στη Γενική Συνέλευση τον Ιανουάριο του ίδιου έτους κι έπειτα από τις προβλεπόμενες διαδικασίες κύρωσης από το Πρωτοδικείο επισημοποιήθηκε την 28η Δεκεμβρίου 2004, ώστε «να διευρυνθούν οι στόχοι και σκοποί του Συνδέσμου, με την εγγραφή μελών που αναπτύσσουν κάθε είδους δραστηριότητα στις θαλάσσιες μεταφορές με επιβατηγά και επιβατηγά – οχηματαγωγά πλοία».
Τo 2011 στον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας εγγράφηκε το σύνολο των εταιρειών – μελών της Ένωσης Επιχειρήσεων Ναυτιλίας και έκτοτε οι δραστηριότητες της ακτοπλοΐας διαχειρίζονται αποκλειστικά από τον ΣΕΕΝ.
Σήμερα, μέλη του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας είναι ελληνικές και ευρύτερα κοινοτικές πλοιοκτήτριες και διαχειρίστριες εταιρείες επιβατηγών – οχηματαγωγών και επιβατηγών εν γένει πλοίων, τα οποία δραστηριοποιούνται στον χώρο της ακτοπλοΐας, των διεθνών γραμμών και της κρουαζιέρας.